ΠΟΙΜΑΝΤΙΚΗ ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗ 2023

ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ ΠΟΥ ΔΗΜΙΟΥΡΓΟΥΝ ΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗ ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΜΕΣΑ ΣΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ

Η γιορτή της Πεντηκοστής και η Δευτέρα του Αγίου Πνεύματος, τις οποίες φέτος τελούμε στις τέσσερις και πέντε Ιουνίου,  μας προσφέρουν μία στιγμή στοχασμού για τη χριστιανική μας ζωή και για την Εκκλησία μας, η οποία είναι η Αποστολική Εξαρχία για τους Καθολικούς βυζαντινής παράδοσης στην Ελλάδα. Σας προτείνω στην ανάγνωσή σας και στην προσευχή σας δύο τροπάρια, με τα οποία προσευχόμαστε και ψέλνουμε καθημερινά στις  ιεροτελεστίες μας και τα οποία μονάχα κατά την πασχαλινή περίοδο αντικαθίστανται από το τροπάριο “Χριστός Ανέστη!” Πρόκειται για τα τροπάρια: “Βασιλεύ ουράνιε παράκλητε, …” και “Είδομεν το φώς το αληθινόν…”, τα οποία ξαναρχίζουμε να τα ψάλουμε κατά τον εσπερινό της Πεντηκοστής και τα οποία αποτελούν μέρος της ιεροτελεστίας της ημέρας αυτής:

“Εἴδομεν τὸ φῶς τὸ ἀληθινόν, ἐλάβομεν Πνεῦμα ἐπουράνιον, εὕρομεν Πίστιν ἀληθῆ, ἀδιαίρετον Τριάδα προσκυνοῦντες· αὕτη γὰρ ἡμᾶς ἔσωσε”.

Βασιλεῦ οὐράνιε, Παράκλητε,τὸ Πνεῦμα τῆς ἀληθείας, ὁ πανταχοῦ παρών, καὶ τὰ πάντα πληρῶν, ὁ θησαυρὸς τῶν ἀγαθῶν, καὶ ζωῆς χορηγός, ἐλθὲ καὶ σκήνωσον ἐν

ἡμῖν, καὶ καθάρισον ἡμᾶς ἀπὸ πάσης κηλῖδος, καὶ σῶσον, Ἀγαθέ, τὰς ψυχὰς ἡμῶν”.

Όλα τα τροπάρια της θείας λατρείας της Πεντηκοστής έχουν μία μοναδική ωραιότητα και προπάντων ένα μοναδικό θεολογικό βάθος. Μέσα σ’ αυτά τα κείμενα, από τη μία μεριά επανέρχεται συχνά το θέμα της ανανέωσης, της αλλαγής της καρδιάς των ανθρώπων, διαμέσου του Πνεύματος·  και από την άλλη πλευρά επαναλαμβάνονται οι ομολογίες προς την Αγία Τριάδα – η Πεντηκοστή είναι μία γιορτή, μία θεοφανείας, προπάντων τριαδική· η μελέτη ενός των Προσώπων της Αγίας Τριάδος ποτέ δεν μπορεί να λησμονήσει το τριαδικό μυστήριο, το οποίο βρίσκεται στην Αγία Τριάδα. Από το πρώτο τροπάριο που αναφέραμε, υπενθυμίζω ότι το ψέλνουμε πάντοτε μετά τη Θεία Μετάληψη των Τιμίων Δώρων, υπογραμμίζοντας την σύνδεση μεταξύ της Πεντηκοστής και του δώρου της Θείας Ευχαριστίας· το τροπάριο αυτό συνδέει επίσης το δώρο του Αγίου Πνεύματος με την τριαδική ομολογία της πίστης μας:Εἴδομεν τὸ φῶς τὸ ἀληθινόν,..” μία χριστολογική αναφορά, δηλαδή αναφορά στον Χριστό, ο οποίος είναι το φως μας, ἐλάβομεν Πνεῦμα ἐπουράνιον,…” αναφορά στο Άγιο Πνεύμα, “εὕρομεν Πίστιν ἀληθῆ, ἀδιαίρετον Τριάδα προσκυνοῦντες·…” τριαδική αναφορά, συνοδευόμενη με την ομολογία της αληθινής πίστης.

Το άλλο από τα αναφερθέντα τροπάρια: το “Βασιλεύ ουράνιε..” το οποίο έγινε η πρωταρχική προσευχή σε όλες τις ακολουθίες της βυζαντινής μας παράδοσης, όπως μία επίκληση, υπογραμμίζει το επίκεντρο γεγονός, ότι το Άγιο Πνεύμα αρχίζει και υποκινεί την προσευχή των χριστιανών: Με τον ίδιο τρόπο και το Άγιο Πνεύμα έρχεται να βοηθήσει την αδυναμία μας· πραγματικά εμείς δεν γνωρίζουμε τι πρέπει και πως πρέπει σωστά να ζητήσουμε, αλλά το ίδιο το Πνεύμα μεσιτεύει στον Θεό για μας, με στεναγμούς που δεν μπορούν να εκφραστούν με λέξεις… (Ρωμ.8, 26).

Κατά τον εορτασμό της Κυριακής 30 Απριλίου, για την 25η επέτειο της ιερατικής μου χειροτονίας, συλλειτουργούντες με όλους τους Καθολικούς Επισκόπους της Ελλάδος, με ένα μέγιστο αριθμό πιστών, των τριών κοινοτήτων της Εξαρχίας μας, Ελλήνων, Ουκρανών και Χαλδαίων, ατενίζοντας την ωραιότητα του καθεδρικού μας ναού, γεμάτου από Επισκόπους, Ιερείς και Λαϊκούς πιστούς, αναρωτιόμουν ποιο άραγε είναι το “χαρακτηριστικό” δηλαδή αυτό που μας κάνει όλους αληθινά Καθολικούς; Ασφαλώς η κοινή μας πίστη και πρώτα πρώτα η πλήρης εκκλησιαστική κοινωνία μας με τον Επίσκοπο Ρώμης, αλλά, επαναλαμβάνω, η ωραιότητα της λατρευτικής λειτουργίας του ζωντανού εκείνου Σώματος του Χριστού, μου έδινε την επιθυμία να προσθέσω: μας κάνει αληθινά Καθολικούς το γεγονός ότι είμαστε άντρες και γυναίκες εκκλησιαστικής κοινωνίας. Και λέω άντρες και γυναίκες, γιατί εύκολο θα ήταν να περιοριστούμε μόνο στους κληρικούς (Επισκόπους, Ιερείς  Μοναχούς και Μοναχές…). Ενώ αναφέρομαι σε όλους τους βαπτισμένους, που ανήκουμε στην  μοναδική Εκκλησία του Χριστού, και οφείλουμε να είμαστε άντρες και γυναίκες εκκλησιαστικής κοινωνίας.

Επομένως εδώ επαναλαμβάνω: εφέτος, κάτω από την ευλογηματική και διεισδυτική ματιά του Χριστού Παντοκράτορα, που ήθελα να είναι η εικόνα της μικρής εικόνας του ιερατικού μου ιωβηλαίου, στον καθεδρικό μας ναό, παρουσιάζω ορισμένες όψεις, τις οποίες θεωρώ θεμελιακές για τη χριστιανική μας ζωή στην Αποστολική μας Εξαρχία. Η Εκκλησία μας αυτή, συμπληρώνει εκατό χρόνια ιστορίας όχι πάντοτε εύκολης και ευεργετικής παρουσίας στην Ελλάδα. Είναι μία ιστορία “ωραία και ευλογημένη”, με τόσες και τόσες στιγμές θείας χάρης. Μέσα σ’ αυτή την ιστορία μας, μία ευλογημένη στιγμή, πριν από είκοσι πέντε χρόνια ήταν ο ερχομός ανάμεσά μας της ουκρανικής κοινότητος της Εξαρχίας μας, μία από τις τρεις κοινότητες, η οποία, μαζί με τους Έλληνες και τους Χαλδαίους, αποτελούν την μοναδική Εκκλησία της Αποστολικής Εξαρχίας μας. Είναι μία σπουδαία στιγμή για μένα, ως Επίσκοπος, αλλά και για όλους τους ιερείς, μοναχούς και λαϊκούς: να ευχαριστήσουμε τον Κύριο για την παρουσία της ουκρανικής κοινότητας στην Εξαρχία μας, μία κοινότητας νεανικής, η οποία, πάντοτε μαζί με την ελληνική και την χαλδαϊκή κοινότητα, ατενίζει προς το μέλλον, με την ελπίδα που γεννιέται από την πίστη μας στον Χριστό, μοναδικό Κύριο της ζωής μας, της ιστορίας μας και του μέλλοντος μας.

Προτείνω λοιπόν στον στοχασμό σας, να δούμε και να ζήσουμε τη χριστιανική μας ταυτότητα, και με ιδιαίτερο τρόπο την ιερατική μας και την επισκοπική μου ταυτότητα, ως άνθρωποι εκκλησιαστικής κοινωνίας, δηλαδή καλεσμένοι να γίνουμε όλο και περισσότερο στην ταυτότητά μας, στη δράση μας, στην ομιλία μας, άνθρωποι εκκλησιαστικής κοινωνίας, άνθρωποι οι οποίοι μέσα στην Εκκλησία δημιουργούν την εκκλησιαστική εκείνη κοινωνία, την οποία ο ίδιος ο Κύριος θέλησε να χαρακτηρίζει τους Δώδεκα, και όλους τους μαθητές του, από την πρώτη ώρα. Είναι ένα θέμα, μία άποψη, που μου ερχόταν ακατάπαυστα στη σκέψη, κατά την ανάγνωση του πρώτου από τα δώδεκα Ευαγγέλια, στο όρθρο της Μεγάλης Παρασκευής, στην μακρά και ωραία ιεροτελεστία, το βράδυ της Μεγάλης Πέμπτης. Είναι μία πολύ μεγάλη ευαγγελική περικοπή, την οποία δεν την λησμονούμε, και η οποία αρχίζει με το πλύσιμο των ποδιών των μαθητών από τον Κύριό τους. Στο δέκατο τρίτο κεφάλαιο του κατά Ιωάννη ευαγγελίου: «Ο Ιησούς βάζει νερό στη λεκάνη και αρχίζει να πλένει τα πόδια των μαθητών. Πλένει τα πόδια των μαθητών, και τα σκουπίζει με την πετσέτα που είχε ζωστεί». (Ιω.13, 5) και τελειώνει με την προσευχή την οποία ο Κύριος υψώνει προς τον Πατέρα του, στο δέκατο έβδομο κεφάλαιο του ίδιου ευαγγελίου: «….ώστε να είναι όλοι ένα, όπως εσύ, Πατέρα, είσαι ενωμένος μ’ εμένα και εγώ μ’ εσένα. Να είναι και αυτοί ενωμένοι μ’ εμάς, και έτσι ο κόσμος να πιστέψει ότι μ’ έστειλες εσύ…»  (Ιω.17, 21) Ο Κύριος γίνεται μικρός στα πόδια των μαθητών του, ώστε αυτοί, όλοι εμείς, δηλαδή να δούμε ότι στην εξυπηρέτηση των άλλων, ακόμα και την πιο ταπεινή γεννιέται η αδελφική κοινωνία μεταξύ μας.

«Καλεσμένοι να είμαστε άνθρωποι εκκλησιαστικής κοινωνίας». Ο Κύριος στου Μακαρισμούς του αναγγέλλει: «Μακάριοι όσοι δημιουργούν την ειρήνη…» (Ματθ.5, 9). Ξεκινώντας από αυτήν τη φράση του Ευαγγελίου, θα έλεγα ότι ο ίδιος ο Κύριος ζητά, από εμάς, ιδιαίτερα από εμάς τους ιερείς και τον επίσκοπο, να είμαστε μέσα στην Εκκλησία «δημιουργοί ειρήνης», και προπάντων «δημιουργοί και εργάτες αυτής της εκκλησιαστικής κοινωνίας». Το κείμενο των Μακαρισμών λέει «μακάριοι οι ειρηνοποιοί», παραφράζοντας αυτήν τη φράση, προσθέτω: μακάριοι οι κοινωνιοποιοί». Επομένως όλοι εμείς αναρωτιόμαστε γιατί πρέπει να είμαστε άνθρωποι εκκλησιαστικής κοινωνίας; Τι θέλει να πει η έκφραση «να είμαστε άνθρωποι εκκλησιαστικής κοινωνίας;» Δεν είναι μία ερώτηση αφηρημένη, αντίθετα μου φαίνεται πολύ συγκεκριμένη. Και η απάντηση είναι και αυτή πολύ συγκεκριμένη. Γιατί ζούμε σε μία Εκκλησία, την Αποστολικής μας Εξαρχία, μία Εκκλησία την οποία όλοι εμείς, επίσκοπος, ιερείς και πιστοί, καλούμαστε να αγαπούμε σαν νύφη μας.

Ας θυμηθούμε πως κατά τις πρώτες μέρες της Μεγάλης Εβδομάδας δοξάσαμε τον Χριστό ως Νυμφίο της Εκκλησίας. Ο Χριστός είναι ο Νυμφίος, η Εκκλησία είναι η Νύφη. Πρόκειται για ένα συζυγικό δεσμό, του οποίου οι γάμοι, δεν το ξεχνάμε ποτέ αυτό, τελούνται πότε; Στα πόδια του τίμιου σταυρού.

Πρέπει να αγαπούμε την Εκκλησία σε τρία επίπεδα ή κάτω από τρείς θεμελιώδεις απόψεις: στην ιστορία της, στους αγίους της, και στη συνέχεια στον επίσκοπό της, στους ιερείς της, στους πιστούς της, δηλαδή σε όλο το λαό του Θεού, όλους εμάς που αποτελούμε την Εκκλησία.

Να αγαπούμε την Εκκλησία στην ιστορία της: στα γεγονότα εκείνα τα οποία χαρακτήρισαν και χαρακτηρίζουν την ιστορία μας, από την αρχή της Εξαρχίας μας. Πρόκειται για μία ιστορία ίσως πονεμένη, όχι εύκολη, ίσως μερικές φορές παρεξηγημένη, χωρίς κατανόηση, αλλά μία ιστορία που είναι η δικιά μας ιστορία, ως καθολική κοινότητα βυζαντινής παραδόσεως στην Ελλάδα. Να αγαπάμε την ιστορία μας και προπάντων ποτέ να μην την αρνούμαστε αλλά να την αναγνωρίζουμε ως πραγματικά δικιά μας. Οφείλουμε να είμαστε περήφανοι γι αυτήν γιατί είναι ιστορία χαρακτηρισμένη και οδηγημένη από την αγάπη και από τη συγνώμη του Κυρίου. Θα είμαστε άνθρωποι εκκλησιαστικής κοινωνίας αν αγαπάμε, την ιστορία μας, αυτό που υπήρξαμε και αυτό που είμαστε.

Να αγαπάμε την Εκκλησία στους αγίους της. «Αινείτε τον Θεό στους αγίους του…» ψέλνουμε κάθε μέρα, στον ψαλμό 150. Να αγαπάμε όλα τα πρόσωπα εκείνα, τα οποία στο πέρασμα της ιστορίας μας, κατά τη διάρκεια σχεδόν εκατό χρόνων προσευχήθηκαν, αγιάσθηκαν χάρη στα ιερά μυστήρια και στην αγάπη της Εκκλησίας μας. Ήταν άγιοι οι οποίοι «έκαναν» την Εξαρχία μας. Έπειτα να αγαπάμε όλα εκείνα τα πρόσωπα (τον επίσκοπο, τους ιερείς και τους πιστούς, Έλληνες, Ουκρανούς, Χαλδαίους, Ρουμάνους…) τα οποία συνεχίζουν να αγιάζονται, και προσπαθούν να είναι και να ζουν ως χριστιανοί της Εξαρχίας μας.

Να αγαπάμε τον Επίσκοπο, τους ιερείς, τον λαό. Τον Επίσκοπο στο πρόσωπο εκείνων που προηγήθηκαν (δεν πρέπει ποτέ να αρνούμαστε την ιστορία μας), και στο πρόσωπο εκείνων οι οποίοι στη ζωή του καθενός μας, ο Κύριος κάλεσε στην ποιμαντική αυτή διακονία. Να αγαπάμε τους ιερείς για τη γενναιόδωρη υπηρεσία τους στην Εκκλησία παρά τις αδυναμίες τους, με την ολόθερμη προσφορά τους στην εξυπηρέτηση της Εξαρχίας μας. Να αγαπάμε το λαό του Θεού. Να αγαπάμε και να εξυπηρετούμε τους πιστούς μας, είτε πολλοί είτε λίγοι είναι αυτοί, νέοι ή γέροντες, αδύνατοι, ασθενείς διαφόρων εθνικοτήτων… Πρόκειται πάντα για ένα λαό αγαπημένο από τον Κύριο, και επομένως και εμείς είμαστε καλεσμένοι να τον αγαπάμε. Είμαστε καλεσμένοι να είμαστε άνθρωποι εκκλησιαστικής κοινωνίας, στην εξυπηρέτηση, στη συγνώμη, μέσα στην Εκκλησία μας, μέσα στην Εξαρχία μας. Η δική μας πραγματικότητα, όπως ανέφερα ήδη εθνολογικά είναι καθημερινά περισσότερο διαφορετική, με διάφορες εθνικότητες, γλώσσες, ευαισθησίες, οι οποίες μερικές φορές είναι ή μπορεί να φαίνονται σαν ένας σταυρός αλλά αυτές είναι προπάντων, και έτσι πρέπει να τις βλέπουμε και να τις ζούμε, ένας πλούτος ένα δώρο του Κυρίου. Το γεγονός αυτό ασφαλώς και συχνά θα απαιτήσει από εμάς μία ιδιαίτερη προσπάθεια, για να είμαστε ακριβώς και πάντοτε «δημιουργοί και οικοδόμοι της εκκλησιαστικής κοινωνίας», «μακάριοι οι κοινωνιοποιοί».

Αυτή η αγάπη για την Εκκλησία από την οποία αναβλύζει ως επακόλουθο το να είμαστε «….άνθρωποι εκκλησιαστικής κοινωνίας…. Κοινωνιοποιοί», έχει το θεμέλιό της σε τρεις βασικές απόψεις: Αυτές οι βασικές απόψεις (σύμφωνα με τη σκέψη του Πάπα Βενέδικτου 16ου, στην οποία αναφέρομαι) είναι: μία αγάπη θεολογική, μία αγάπη μυστηριακή και μία αγάπη αισθηματική προς την Εκκλησία.

Αγάπη θεολογική. Τι εννοούμε με αυτήν την έκφραση;  Πρόκειται για το να αγαπάμε και να υπηρετούμε την Εκκλησία, τη δική μας Εκκλησία, γιατί αυτήν τη θέλει και την αγαπά ο ίδιος ο Κύριος: Εκείνος την ίδρυσε και Εκείνος την ζωοποίησε ανά τους αιώνες. Η Εκκλησία είναι θεϊκή, παρ’ όλον ότι αποτελείται από ανθρώπους η Εκκλησία ζει επίσης μέσα στο δυναμισμό της Ενσαρκώσεως. Αγαπάμε και υπηρετούμε την Εκκλησία, τη μία Εκκλησία, όχι για να γίνει αυτή πιο ζωντανή, πιο ανθηρή, πιο ωραία, ακόμα και πιο πλούσια…. Αλλά γιατί αυτή είναι το Σώμα του Χριστού, ο Χριστός την θέλει και την αγαπά. Αυτός την θέλησε και την θέλει, την αγάπησε και την αγαπά, και γι’ αυτήν προσφέρει κάθε μέρα το Σώμα Του και το Αίμα Του.

Αγάπη μυστηριακή. Επομένως στην προσφορά του Σώματός  Του και του Αίματός Του, και στα άλλα ιερά μυστήρια, ο Κύριος συνεχίζει να προσφέρει την αγάπη του προς όλους μας. Επομένως, αγάπη μυστηριακή προς την Εκκλησία σημαίνει να δεχθούμε κι εμείς και να μεταδώσουμε όλα εκείνα τα μέσα, τα οποία ο Κύριος δίνει στην Εκκλησία Του για τον εξαγιασμό των πιστών: από το βάπτισμα ως τη θεία ευχαριστία, από τη δωρεά του Αγίου Πνεύματος ως την άφεση των αμαρτιών και την αγάπη.

Αγάπη συναισθηματική. Μία αγάπη συναισθηματική και αποτελεσματική. Μία αγάπη που γίνεται συγκεκριμένη προς τα πρόσωπα, τα οποία είναι μαζί μας καλεσμένα από τον Κύριο, να είναι μέλη του Σώματός Του δηλαδή της Εκκλησίας Του, της συγκεκριμένης δικής μας Εκκλησίας, η οποία είναι ασφαλώς μικρή, με τα μικρά και τα μεγάλα της προβλήματα, αλλά είναι αγαπημένη, θελημένη και αγιασμένη από τον Κύριο. Επομένως πρέπει να είναι και εκ μέρους μας αγαπημένη και δεκτή με ενθουσιασμό.

Όλοι εμείς, μέλη του Σώματος του Χριστού που είναι η Εκκλησία, καλούμαστε να είμαστε άντρες και γυναίκες εκκλησιαστικής κοινωνίας, οι οποίοι αγαπούν αυτήν την εκκλησιαστική κοινωνία και την ζουν μέσα στην Εκκλησία μας. Ποτέ στον αποκλεισμό του άλλου, ούτε για λόγους εθνικούς, ούτε για λόγους γλωσσικούς, ούτε για άλλους λόγους. Αποφεύγοντας κάθε αποκλεισμό, ή και αυτό-αποκλεισμό μας. Αποφεύγοντας τις κριτικές, που ποτέ δεν είναι εποικοδομητικές, αποφεύγοντας τις φλυαρίες και τα σχόλια, που δεν οικοδομούν, αλλά κατεδαφίζουν, αποφεύγοντας τα παράπονα, τα οποία αποστειρώνουν κάθε ποιμαντική δράση, κάθε κατηχητική προσπάθεια, και τελικά, το ίδιο το κήρυγμα του Ευαγγελίου.

Ας προσπαθήσουμε να ζήσουμε αυτήν τη γιορτή μας, τη γιορτή της Πεντηκοστής, ως ένα δώρο του Κυρίου, δώρο για να μας βοηθήσει και πάλι να αναπτυχθούμε ως χριστιανοί, ως καθολικοί, ως μέλη του μοναδικού Σώματος του Χριστού, που είναι η Εκκλησία. Ας ζητήσουμε από το Άγιο Πνεύμα: “να έρθει να κατοικήσει μέσα μας, να καθαρίσει τις ψυχές μας, Αυτός, που είναι Καλός και μας σώζει…” Και με τον τρόπο αυτό ας υποδεχτούμε μέσα μας το φως το αληθινό, την αδιαίρετη Τριάδα προσκυνούντες. Αμήν

+Π. Εμμανουήλ Νιν

Αποστολικός Έξαρχος

©2017 Ελληνική Καθολική Εξαρχία elcathex.gr

Web Design by mare - Hosted by ATgroup