ΓΙΑ ΤΟΝ ΘΑΝΑΤΟ ΤΟΥ ΠΑΠΑ ΒΕΝΕΔΙΚΤΟΥ 16ου

Ο θάνατος του Πάπα Βενεδίκτου 16ου μας γεμίζει θλίψη στην ανθρώπινη φύση μας, αλλά και στην πίστη μας, στη καθημερινή μας μίμηση του Σταυρωθέντα και Αναστάντα Χριστού, μας γεμίζει ελπίδα και παρηγοριά. Τα ίδια τα λόγια του τέως Πάπα ακριβώς πριν από ένα χρόνο, μας ζωντανεύουν τη συνειδητοποίηση ότι με την πίστη μας στον Κύριο, ζούμε τη στιγμή αυτή του θανάτου μας με γαλήνη και με ειρήνη: «….ζω με χαρούμενη ψυχή γιατί εμπιστεύομαι σταθερά ότι ο Κύριος δεν είναι μονάχα ο δίκαιος κριτής, αλλά ταυτόχρονα είναι ο φίλος και ο αδελφός, ο οποίος ήδη υπέμεινε τις αδυναμίες του, και επομένως, ως δίκαιος κριτής είναι ταυτόχρονα και ο Παράκλητός μου. Ενόψει της ώρας της κρίσεως γίνεται σε μένα καθαρή η χάρη να είμαι χριστιανός. Αυτή η χάρη να είμαι χριστιανός μου δίνει τη συνείδηση, και ακόμα περισσότερο τη φιλία με τον κριτή της ζωής μου και μου επιτρέπει να περάσω με εμπιστοσύνη τη σκοτεινή πόρτα του θανάτου».

Σήμερα το πρωί, όταν πληροφορήθηκα την είδηση του θανάτου του Βενέδικτου 16ου, άρχισα να σκέπτομαι τι θα μπορούσα να γράψω κατά τη στιγμή αυτή της ζωής της Εκκλησίας  και διαπίστωσα ότι τα αισθήματά μου ήταν σχεδόν τα ίδια με τα αισθήματα που είχα πριν δέκα χρόνια, κατά τον Φεβρουάριο του 2013. Για τον λόγο αυτό σας προτείνω το άρθρο μου εκείνο, που δημοσιεύτηκε κατά την ιστορική εκείνη στιγμή της ιστορίας, στην Εκκλησία της Ρώμης.

+ π. Εμμανουήλ Νιν

Αποστολικός Έξαρχος


Σταυρωμένος με Εκείνον, ο οποίος σταυρώθηκε για μας.

Ο ταπεινός εργάτης, που έγινε ταπεινός ποιμένας.

Η βυζαντινή θεία λατρεία, κατά την εβδομάδα που προηγείται της Μεγάλης Σαρακοστής, ψάλλει αυτό το τροπάριο: «Βρωμτων νηστεουσα, ψυχ μου, κα παθν μ καθαρεουσα, μτην παγλλ ττροφίᾳ· ε μ γρ φορμή σοι γνηται πρς διρθωσιν, ς ψευδς μισεσαι παρ Θεο, κα τος κακστοις δαμοσιν μοιοσαι, τος μηδποτε σιτουμνοις· μ ον μαρτνουσα, τν νηστεαν χρεισς, λλ᾿ κνητος, πρς ρμς τπους μνε, δοκοσα παρεστναι σταυρωμν τ Σωτρι, μλλον δ συσταυροσθαι, τ δι σ σταυρωθντι, κβοσα πρς ατν· μνσθητ μου Κριε, ταν λθς ν τ βασιλείᾳ σου.»  Είναι ένα κείμενο που εξηγεί το αληθινό νόημα της χριστιανικής νηστείας και στο τέλος του κειμένου παρουσιάζει τον κεντρικό ρόλο του Σταυρού του Χριστού στη ζωή των χριστιανών: «σταυρωμένος με Εκείνον ο οποίος σταυρώθηκε για μας». Οι λέξεις του Πάπα Βενέδικτου 16ου κατά την τελευταία του γενική ακρόαση της αρχιερατείας του με έκαναν να σκεφτώ το παραπάνω τροπάριο, όταν είπε: «Δεν εγκαταλείπω τον Σταυρό, αλλά μένω με νέο τρόπο δίπλα στον Σταυρωμένο Κύριο. Δεν έχω πια την εξουσία του ρόλου μου στη διακυβέρνηση της Εκκλησίας, αλλά στην υπηρεσία της προσευχής παραμένω στο περιβάλλον του Αγίου Πέτρου. Ο Άγιος Βενέδικτος, του οποίου ως Πάπας φέρω το όνομά του, μου δίνει το μεγάλο παράδειγμα στο θέμα αυτό. Αυτός μας δείχνει τον δρόμο για μία ζωή, ενεργητική ή παθητική, που ανήκει ολοκληρωτικά στο έργο του Θεού».

 Στις 19 Απριλίου 2005, όταν ο Βενέδικτος 16ος λίγο μετά την εκλογή του στην έδρα του Αποστόλου Πέτρου, στην Εκκλησία της Ρώμης, παρουσιάστηκε στο λαό του από τον εξώστη της Βασιλικής του Βατικανού, προσδιόρισε τον εαυτό του ως ένα «ταπεινό εργάτη στον αμπελώνα του Κυρίου». Μετά από σχεδόν οχτώ χρόνια καθημερινής ταπεινής και συχνά εξαντλητικής εργασίας, τον βλέπουμε να παραδίδει τον αμπελώνα του Κυρίου, τον οποίο υπηρέτησε με συζυγική αγάπη, να τον παραδίδει σε έναν άλλον, ο οποίος θα συνεχίσει την καλλιέργεια του αμπελώνα αυτού. Στον ποιμένα, και γιατί όχι στον αγρότη Βενέδικτο 16ο είδαμε τον αφοσιωμένο υπηρέτη, τον οποίο ο προφήτης ψάλλει για τον αμπελώνα του: «Θέλω να ψάλω για τον εκλεκτό μου ένα άσμα αγάπης για τον αμπελώνα του. Ο εκλεκτός μου κατείχε έναν αμπελώνα πάνω σε ένα καταπράσινο λόφο. Αυτός τον καλλιέργησε , τον απάλλαξε από τις πέτρες, τον φύτεψε με εκλεκτά κλήματα, στη μέση οικοδόμησε έναν πύργο και έσκαψε γύρω του μία τάφρο· περίμενε ότι θα παράγει γλυκά σταφύλια, αλλά αντίθετα παρήγαγε ξυνοστάφυλλα (Ησ.5, 1-4). Ο ίδιος ο Χριστός στο Ευαγγέλιο χρησιμοποιεί αυτήν την εικόνα του αμπελώνα, για να παρουσιάσει την αγάπη του Θεού προς τον λαό του. Είναι φανερό ότι ο  ταπεινός εργάτης Ιωσήφ Ράτζινγκερ, ο οποίος με τη θέλησή του Θεού και με την ψήφο των ανθρώπων εκλεκτόρων του έγινε ο ταπεινός ποιμένας Βενέδικτος 16ος, δεν θέλησε να πράξει τίποτα περισσότερο και τίποτα λιγότερο από το να ζήσει το θέλημα του Θεού, και στην αποστολική του διακονία να ενσαρκώσει το άσμα του προφήτου για τον αγαπημένο του αμπελώνα.

Ταπεινός εργάτης που έγινε ταπεινός ποιμένας. Κατά την αρχιερατεία του ο Βενέδικτος 16ος θέλησε κατά κάποιο τρόπο να εξαφανιστεί, να γίνει μικρός, να γίνει διακριτικός, όχι από επίδειξη, αλλά για να μας παρουσιάσει Εκείνον, ο οποίος είναι ο αληθινός ποιμένας, ο ενσαρκωμένος, αυτός που έγινε άνθρωπος για μας. Από την αρχή ως το τέλος της ποιμαντικής διακονίας δεν θέλησε να μιλήσει για τον εαυτό του, αλλά να είναι ο ταπεινός ποιμένας ο οποίος μιλά για τον μοναδικό Ποιμένα. Ήδη από τη Θεία Λειτουργία στην αρχή της αρχιερατείας του δεν θέλησε να παρουσιαστεί, ούτε να παρουσιάσει προγράμματα, αλλά να παρουσιάσει τον Καλό Ποιμένα, Εκείνον τον οποίο έπρεπε να μιμείται ο ίδιος, και όλα τα σύμβολα τα οποία αναφέρονται σ’ Αυτόν, και επομένως να είναι ένας μυσταγωγός, που ερμηνεύει όλη την αρχιερατική συμβολολογία.

Την 1η Μαΐου 2011, Κυριακή του Θωμά, όταν ο αείμνηστος Πάπας Ιωάννης Παύλος Β’, χάρη στην ευσπλαχνία του Θεού και την αποστολική εξουσία του Πάπα Βενέδικτου 16ου, μπήκε στον κατάλογο των Μακαρίων της Καθολικής Εκκλησίας, το πλήθος των πιστών έσπευσε και πάλι στην τεράστια αγκαλιά με τις κολόνες της Πλατείας του Αγίου Πέτρου, μια αγκαλιά που μοιάζει με τα σπλάχνα μίας μητέρας που αγκαλιάζει τα παιδιά της. Στις ημέρες εκείνες του Μαΐου εντυπωσίασε θα έλεγα η ταπεινοφροσύνη, η διακριτικότητα, η σχεδόν σιωπηλή παρουσία του Βενέδικτου 16ου σαν να ήθελε με τρόπο φυσιολογικό και πεπεισμένο να μείνει απαρατήρητος, στη σκιά, για να αφήσει τον προκάτοχο και φίλο  του να τραβήξει όλη την προσοχή. Την παραμονή της Μακαριότητας στο ρωμαϊκό εκείνο «Τσίρκο Μάσσιμο», κατάμεστο από κόσμο, ο Βενέδικτος 16οςαπό τη θερινή διαμονή του στο Καστέλ Καντόλφο και πάλι διακριτικός, και σχεδόν κρυμμένος, καθοδηγούσε ως αρχιποιμένας της Ρώμης, την τελική προσευχή της μακρόωρης εκείνης αγρυπνίας. Αλλά την Κυριακή, στην πλατεία του Αγίου Πέτρου ήταν πραγματικά ο ιερουργός, ο οποίος επικαλέστηκε το Όνομα της Αγίας Τριάδος στην αρχή της Θείας Λειτουργίας και διακήρυξε μπροστά στην Εκκλησία και στον κόσμο την αγιοσύνη του νέου Μακάριου, κήρυξε τον λόγο του Θεού, και έκανε την επίκληση στο Πανάγιο Πνεύμα, ώστε τα Τίμια Δώρα να γίνουν το Σώμα και του Αίμα του Χριστού. Ήταν ένα ιερό συλλείτουργο με τους Πατριάρχες των Καθολικών Ανατολικών Εκκλησιών και τους Πατέρες Καρδινάλιους, το οποίο κατέληξε με τη σιωπηλή και διακριτική προσευχή του Επισκόπου Ρώμης μπροστά στο φέρετρο του προκατόχου του, του Μακάριου Ιωάννη Παύλου Β’.

Ταπεινός ποιμένας μέχρι το τέλος της αρχιερατείας του, της ταπεινής υπηρεσίας του στην Καθολική Εκκλησία. Αφού ανήγγειλε την παραίτησή του, χρησιμοποιώντας μία γλώσσα μη κατανοητή από πολλούς, δηλώνοντας ότι επιθυμεί να συνεχίσει να σηκώνει το βάρος του Σταυρού του Χριστού, αλλά με τρόπο πολύ διαφορετικό, κατά τις επακόλουθες εβδομάδες δεν μίλησε για τον εαυτό του, παρά μόνο ως  ταπεινός ποιμένας, ο οποίος κηρύττει τον αληθινό Καλό Ποιμένα, τον Ιησού Χριστό. Κατά την τελευταία του συνάντηση με τους πιστούς στην ανοιχτή πλατεία του Αγίου Πέτρου, ο διάδοχος του Πέτρου αγκάλιασε την Εκκλησία, και η Εκκλησία αγκάλιασε τον Πέτρο. Και στην κατήχησή του, και πάλι διακριτική και ταπεινή (και επομένως μεγάλη), ο ποιμένας (ο ταπεινός εργάτης), με τον λόγο του κηρύγματός του φρόντισε με αγάπη για τελευταία φορά τον αγαπημένο του αμπελώνα. Και το έκανε αυτό ευγνωμονώντας τον Θεό, ο οποίος καθοδηγεί πάντοτε την Εκκλησία, με μεγάλη εμπιστοσύνη ότι το Ευαγγέλιο είναι η μοναδική δύναμη Της. Ήταν πεπεισμένος ότι ο Κύριος οδηγεί την Εκκλησία στις ημέρες του ήλιου και της χαράς, όπως και στις μέρες της συννεφιάς και του πόνου· στις ημέρες κατά τις οποίες η θάλασσα είναι γαλήνια και η βάρκα αρμενίζει χωρίς δυσκολία, όπως και στις μέρες κατά τις οποίες τα κύματα την χτυπούν και ο Κύριος φαίνεται να κοιμάται. Αλλά Εκείνος, ο Κύριος ήταν και είναι παρών, και αυτή είναι η πίστης μας. Είμαστε πεπεισμένοι ότι ο Θεός μας αγαπά, και έδωσε τον Υιό του για εμάς. Και ο Βενέδικτος 16ος ευχαρίστησε ακόμα τόσα και τόσα πρόσωπα, τα οποία συνεργάστηκαν πιστά μαζί του, με πνεύμα πίστης ταπεινοφροσύνης: για να κάνουν την Εκκλησία όχι μία οργάνωση αλλά ένα σώμα που ζει, μία κοινωνία αδελφών ανδρών και γυναικών, μέσα στο Σώμα του Χριστού, το οποίο  όλους μας ενώνει. Μέσα σε μία αγάπη, υπενθυμίζει ακόμα ο Βενέδικτος 16ος , η οποία μερικές φορές μας οδηγεί σε δύσκολες επιλογές, για το καλό της Εκκλησίας. Πρόκειται για μία συνειδητοποίηση βέβαιη, η οποία από τη στιγμή που έγινε δεκτή από τον διάδοχο του Αποστόλου Πέτρου στην Εκκλησία της Ρώμης, ο Πάπας δεν ανήκε πια στον εαυτό του, αλλά σε όλους και για πάντα, σε έναν αμοιβαίο εναγκαλισμό, του οποίου η τελευταία συνάντηση στην πλατεία του Αγίου Πέτρου ήταν τύπος και μαρτυρία. Επομένως, ο αμπελουργός ο ποιμένας παίρνει τον ρόλο του θεολόγου, και εξηγεί το μυστήριο του Σταυρού, από τον οποίο δεν κατεβαίνει, αλλά παραμένει σταυρωμένος με νέο τρόπο κοντά στον σταυρωμένο Κύριό του. Οι λέξεις του Βενεδίκτου 16ου είναι αυτές: Δεν εγκαταλείπω τον Σταυρό, αλλά με νέο τρόπο μένω κοντά στον Σταυρωμένο Κύριό μου», οι λέξεις αυτές μας οδηγούν στις λέξεις του τροπαρίου  με το οποίο αρχίσαμε τον στοχασμό μας: «…με τον τρόπο αυτό υπολογίζουμε να βρεθούμε κοντά στον σταυρωμένο Λυτρωτή μας, ή σωστότερα να σταυρωθούμε μαζί μ’ Εκείνον που σταυρώθηκε για μας».

Στις 28 Φεβρουαρίου ο Βενέδικτος δεν κατέβηκε από τον Σταυρό, αλλά η νέα του κατάσταση φωτίζει Εκείνον που σταυρώθηκε για μας στον Σταυρό. Στη βυζαντινή θεία λατρεία, κατά την ανάγνωση του ευαγγελίου στον εσπερινό της Μεγάλης Παρασκευής, η εικόνα του σταυρωμένου αποκαθηλώνεται από τον Σταυρό, περιτυλίγεται σε ένα σεντόνι και ενταφιάζεται κάτω από την Αγία Τράπεζα, η οποία γίνεται ο τάφος από τον οποίο αναβλύζει η ανάσταση και η ζωή. Αλλά μέσα στον ναό παραμένει ορατός από όλους ο Σταυρός. Ο Βενέδικτος 16ος γίνεται ταπεινός, εξαφανίζεται, αφήνοντας όμως στο μέσο της Εκκλησίας τον ζωοποιό Σταυρό του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, ο οποίος για μας τους χριστιανούς είναι πάντοτε το δέντρο της ζωής, το οποίο μας οδηγεί προς τη συνάντηση με τον μοναδικό Καλό Ποιμένα της Εκκλησίας.

(Άρθρο που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα της Αγίας Έδρας «L’Osservatore Romano», την 1η Μαρτίου 2013)

©2017 Ελληνική Καθολική Εξαρχία elcathex.gr

Web Design by mare - Hosted by ATgroup