Για τον αγαπητό πατέρα Ευτύχιο, εις μνήμην αυτού

Πώς να χωρέσουμε σε τρεις-τέσσερις παραγράφους τέσσερα, πέντε, δέκα καλοκαίρια από τα πιο όμορφα της ζωής μας; Πώς να στριμώξουμε σε ένα μικρό κείμενο το μεγαλείο της παιδικής μας ηλικίας, έτσι, όπως ο πατέρας Ευτύχιος μάς βοήθησε να θυμόμαστε και να τον θυμόμαστε για πάντα;

Τέτοιες μέρες, ζεστές, θερμές, καλοκαιρινές, συγκεντρωνόμαστε στο φιλόξενο προαύλιο –τεράστιο στα παιδικά μας μάτια- του ναού για την αναχώρηση, η οποία σηματοδοτούσε και χαρακτήριζε βαθιά τις διακοπές μας: την κατασκήνωση στα Καμένα Βούρλα! Και ανάμεσα στις βαλίτσες, στα σακ βουαγιάζ, στις κιθάρες, στα παιδιά, στους γονείς, στους ανθρώπους, που θα μας φρόντιζαν στην Κατασκήνωση, στεκόταν ήρεμος, γελαστός, σίγουρος, προσηνής, φιλικός και ευγενικός ο πατέρας Ευτύχιος. Χαιρετούσε τους γονείς, καλημέριζε τους κατασκηνωτές, υποδεχόταν τους μικρότερους και τους πιο καινούργιους και κανονίζοντας τις τελευταίες λεπτομέρειες ο ίδιος, ως Αρχηγός έδινε το σήμα της αναχώρησης! Το ταξίδι προς τα Καμένα άρχιζε, αλλά μαζί με αυτό –ασυνείδητα, τότε δεν το καταλαβαίναμε, χρόνια μετά το αντιλαμβανόμασταν σιγά-σιγά– ξεκινούσε μία πορεία ζωής, στην οποία θα σφυρηλατούνταν φιλίες αγνές, βαθιές, ειλικρινείς, σταθερές στον χρόνο και άσβηστες στα χρόνια, παρέες αγνές και ανιδιοτελείς και συναντήσεις με πρόσωπα, που θα προσέφεραν όμορφες και γλυκές συγκινήσεις… Πράγματι, έτσι, «ήτανε, δεν ήτανε, μια παρέα γίνανε…» οι κατασκηνωτές όλοι: αγόρια, κορίτσια, μεγάλοι, μικροί, Αθηναίοι, Γιαννιτσιώτες…

Με τρόπο σταθερό, χαρακτήρα συνεπή, συμπεριφορά μετρημένη, λόγια λίγα και καλά ο π. Ευτύχιος συντρόφευε διακριτικά, αλλά δραστικά θετικά κάθε μας στιγμή στην παιδική μας αυτή γλυκιά περιπέτεια: στην καθημερινή –πρωινή και βραδινή- προσευχή και τις κυριακάτικες θείες λειτουργίες μέσα στο φρεσκοβαμμένο και μυρωδάτο από τα χρώματα και τις μπογιές των αγιογραφιών του π. Ιωσήφ παρεκκλήσιο ακούγοντας το ασταμάτητο τραγούδι της εκκωφαντικής χορωδίας των τζιτζικιών, στην προσφορά του πρωινού, όταν σαν μελίσσι ανυπομονούσαμε να κεραστούμε, σαν φύλακας-άγγελος, όπως όλοι οι πατέρες, για να διασχίσουμε με ασφάλεια και ταχύτητα τη στροφή της Εθνικής –τι άγχος, Θεέ μου–, για να απολαύσουμε τη θάλασσα και εκεί, πια, ο ίδιος προετοιμαζόμενος λίγο παράμερα στην ακρογιαλιά, όταν βουτούσε αγκάλιαζε με τις φτερούγες του όσους δεν ήξεραν μπάνιο, για να τους μάθει και να μας κάνει να ξεφαντώσουμε με τις παροιμιώδεις «πατητές», που μας επιφύλασσε, αλλά και για να βοηθήσει αγκαλιάζοντας τον καλό μας Στέλιο σηκώνοντάς τον στα χέρια από το αμαξίδιό του να δροσιστεί λίγο στη θάλασσα και να χαρεί… Και ακόμη, στην καθημερινή δραστηριότητα-σύμβολο της Κατασκήνωσης, το πηγάδι, στην απίστευτη ανηφόρα της επιστροφής από τη θάλασσα και στις παιδικές παρακλήσεις (σχεδόν ικεσίες) «πατέρα, πατέρα, εμένα, εμένα!!» για επιβίβαση στο εμβληματικό λευκό αυτοκίνητο, στις απογευματινές δραστηριότητες –όποιες και να ήταν: το αιώνιο παιδικό «ντέρμπι» Κεραυνών-Αστραπής, η βόλτα στην πηγή, η ανάβαση στο βουνό, η βόλτα στον φάρο, το αμερικανικό ποδόσφαιρο, ο περίπατος στον Άγιο Κωνσταντίνο και τα Καμένα Βούρλα, ένα απογευματινό μπάνιο, το κυνήγι του θησαυρού στο δάσος, ο χειρισμός μας κατά την καλοκαιρινή μπόρα –πάντα ένα απόγευμα θα έβρεχε καταρρακτωδώς, η διακριτική του παρακολούθηση όσο παίζαμε απογευματινά παιχνίδια, η δράση της ΜΟΠΕΚ… Ή, βεβαίως, για τις βραδινές μας δραστηριότητες –νόμιμες και… παράνομες: στο παιχνίδι των γνώσεων, στις βραδινές εξορμήσεις, στα βραδινά παιχνίδια και τα σκετς, στον ύπνο στην ταράτσα, στην προβολή των φωτογραφιών με τον προτζέκτορα (στις οποίες βλέποντας τα πρόσωπα, βλέπεις τα χαμόγελα, αληθινά, αυθεντικά, όπως βγαίνουν αυθόρμητα και ειλικρινά,. Χωρίς στησίματα και φίλτρα και ανούσιες υπερβολές και φτιασιδώματα, που ομορφαίνουν  μόνο το πρόσωπο, αλλά καθόλου την ψυχή), στις επιδρομές στην κουζίνα, για τις οποίες προφασιζόταν τον αιφνιδιασμένο…

Πολλοί εδώ και μερικά χρόνια μιλούν και υπερηφανεύονται και προβάλλουν και αυτοδιαφημίζονται για την προσφορά τους στα ΑΜΕΑ και στους πρόσφυγες και στους κατατρεγμένους –είναι η κοινωνική εξέλιξη και η νόρμα, που επικρατεί από το 2000 περίπου. Αλλά εμείς δεν περιμέναμε να μεγαλώσουμε και να δούμε τη στροφή της ελληνικής κοινωνίας σε αυτά τα ζητήματα. Ο π. Ευτύχιος ήδη από τα χρόνια του ’80 μάς είχε δείξει τον δρόμο με το παράδειγμα, τις επιλογές και τις αποφάσεις του: να κάνουμε κατασκήνωση μ α ζ ί  με τον Στέλιο και τα παιδιά από την «Παμμακάριστο» στη Ν. Μάκρη –τότε, που τα παιδιά με νοητική στέρηση ισοδυναμούσαν με… ποινικό μητρώο και εγκληματική πράξη. Να αγκαλιάσουμε και να γνωριστούμε με τα παιδιά των ουκρανικών οικογενειών και να συμβιώσουμε, όχι, απλώς, να συνεργαστούμε… Να υπο-δεχόμαστε με ευγένεια και καλοσύνη και ισότιμα τα παιδιά της γειτονιάς, που, αν και δεν ήταν κατασκηνωτές, τελικά, γίνονταν κατασκηνωτές… Και η κορυφαία στιγμή, αυτή της τελευταίας βραδιάς, όταν απηύθυνε τον καλό, ευγενικό και γλυκό, αλλά, κυρίως, ευγνώμονα λόγο του σε όλους, όσοι συμμετείχαν και «έβαζαν πλάτη» για την πραγματοποίηση της Κατασκήνωσης: από την αδελφή Ειρήνη, κυρίως και τον πιο μικρό κατασκηνωτή μέχρι τις κυρίες και τους ανθρώπους, γυναίκες και άνδρες, που βοηθούσαν με κάθε τρόπο στην ομαλή και ευχάριστη διεξαγωγή της! Και τέλος, στο κλείσιμο της τελευταίας εκείνης βραδιάς μέσα στην απόλυτη συγκίνηση, όλοι μ ί α αγκαλιά υποσχόμασταν ότι «όχι, δεν χωριζόμαστε για πάντοτε παιδιά, μα θα ξαναβλεπόμαστε έστω και νοερά…». Και η υπόσχεση δεν έμεινε τραγούδι, έγινε πραγματικότητα και κανονική επικοινωνία… Για όλα αυτά, από καρδιάς και ειλικρινά σε ευχαριστούμε!!

Πατέρα, όλα όσα ασυνείδητα μας δίδαξες με το χριστιανικό σου κήρυγμα, την ιερατική σου συμπεριφορά και την κατασκηνωτική σου αντίληψη έχουν επηρεάσει δραστικά όλους μας, παρόλο που δεν είμαστε πια κατασκηνωτές (αν και γι’ αυτό διατηρούμε ακόμα κάποιες επιφυλάξεις …): ομαδικότητα, εμπιστοσύνη, συνεργασία, ειλικρίνεια, αυτοπεποίθηση, εντιμότητα, συγχώρηση, σεβασμός, καταλλαγή, ευγένεια, αποδοχή, αισιοδοξία, καλοσύνη, θετικότητα, αλληλεγγύη –όσες αρετές συγκροτούν έναν ουσιαστικό Χριστιανό.

Για όλα αυτά, αγαπητοί, η Κατασκήνωση της Εξαρχίας έχει ανεκτίμητη αξία και ασύγκριτη σπουδαιότητα. Δεν αποτελεί μία νοσταλγική ανάμνηση ορισμένων τρελαμένων σαραντάρηδων –ή και μεγαλύτερων–, αλλά μία μοναδική ευκαιρία ουσιαστικής συγκρότησης χριστιανικών χαρακτήρων, οι οποίοι θέτουν στο κέντρο της ζωής και της συμπεριφοράς τους τον Άνθρωπο και τον Θεό με τον πιο ευχάριστο τρόπο στον πιο ευχάριστο χώρο. Μπροστά, λοιπόν, σε αυτά τα σπουδαία και μεγάλα δεν μπορεί να αντιπαρατεθεί κανένα «νερό του πηγαδιού μολυσμένο από τη διάνοιξη της καινούργιας Εθνικής», καμία εγκατάλειψη του κτηρίου και της υποδομής του, καμία αδράνεια για υγιή υδροδότηση, καμία αβλεψία για τη διαχείριση του χώρου και του περιβάλλοντός του, καμία αντιμετώπιση βασισμένη σε εφήμερη νοοτροπία. Τα πρόσωπα είμαστε περαστικά. Οι θεσμοί είναι μόνιμοι. Και η Κατασκήνωση είναι θεσμός, ο οποίος κρατά ακόμα υγιή και γερά μυαλά μέσα σε δύσκολα χρόνια και καταστάσεις. Ε, π. Ευτύχιε; Ναι, Αρχηγέ!

Σε ευχαριστούμε πολύ!!

Αιωνία σου η Μνήμη, πατέρα!!

Και να μας προστατεύεις από εκεί ψηλά!!

Γιάννης Τζαγάκης

©2017 Ελληνική Καθολική Εξαρχία elcathex.gr

Web Design by mare - Hosted by ATgroup